Καθισμένος σε ένα κατώφλι σκυμμένος στης σκάλας τη γωνία ένα λουλούδι του είχε τραβήξει όλην την προσοχή... Εκείνο μικρό ανένδοτο απ' της ματιάς τη δύναμη κοιτούσε ανεπηρέαστα τον κέντρο του φωτός, τον ήλιο... Πιο δίπλα ένα κοριτσάκι μικρό έπαιζε μόνο του με μία μπάλα... Το δάπεδο κεκλυμένο προς τον ηλικιωμένο άνθρωπο στα σκαλιά ανάγκασε σε μια στιγμή την μπάλα να τον πλησιάσει....<<Αυτή πρέπει να είναι δικιά σου>> απευθύνθηκε στη μικρούλα με τρεμάμενη φωνή και η μαγκούρα του εμπόδισε την μπάλα να κατρακυλίσει... << Μάλιστα, αλλά αν τη θέλετε ορίστε έχω κι άλλες μην στέκεστε εδώ μόνος>>. Τα φρύδια του ηλικιωμένου σηκώθηκαν και τα μάτια του πάγωσαν στο άκουσμα...<<Ευχαριστώ αλλά πιστεύω εσένα σου χρειάζεται περισσότερο...Δεν ξέρω αν κανείς στο έχει πει αλλά είσαι πολύ ευγενική κοπέλα, πράγμα ασυνήθιστο>>. Η μικρή που μόλις είχε ανακτήσει τον έλεγχο του παιχνιδιού της απομακρύνθηκε χαρίζοντας μονάχα ένα γλυκό χαμόγελο στον περίεργο εκείνο μοναχικό άντρα.... Τη σιωπή εκείνης της στιγμής τη διέκοψε μια φωνή απροσδιορίστου προελεύσεως και φύλου <<Αθανασία, έλα εδώ και στους αγνώστους μη μιλάς...>> Η φιγούρα της μικρής χανόταν στο τέλος του δρόμου και ένα απότομο χτύπημα ανάγκασε τον ηλικιωμένο να ανοίξει απότομα τα μάτια του... Η ώρα ήταν 8 το πρωί και το ξυπνητήρι του τον προειδοποιούσε για μία ακόμα ημέρα ζωής...
Η φιγούρα της παράξενης μικρής του ονείρου το συνόδευε στη σκέψη του στην καθιερωμένη καθημερινή διαδρομή του ταξί για τη δουλειά του... << Δεν έχει κίνηση σήμερα >> μονολόγησε ο οδηγός σκίζοντας την ακαταμάχητη σιωπή που περιέβαλε το χώρο, ανοίγοντας ενστικτωδώς το ραδιόφωνο του αυτοκινήτου.... <<Είστε συντονισμένοι στη συχνότητά μας, σήμερα 12 Μαίου. Σα σήμερα μας άφησε την τελευταία του πνοή ο Νίκος Γκάτσος, ποιητής και στιχουργός...>>... <<- Τι μας νοιάζει μπας και τον ξέρουμε;>> Έκανε ο οδηγός και έβαλε το χέρι του να αλλάξει σταθμό << Όχι όχι σας παρακαλώ αν έχετε την καλοσύνη μην τον αλλάξετε>>ανάφωνησε απότο πίσω κάθισμα ο άντρας... <<Είναι μεγάλος ποιητής και στιχουργός. Ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Μάνος Χατζιδάκις, ο Σταύρος Ξαρχάκος, ο Δήμος Μούτσης, ο Λουκιανός Κηλαηδόνης και άλλοι συνθέτες μελοποίησαν στίχους του, που τραγουδήθηκαν από δημοφιλείς καλλιτέχνες και έγιναν μεγάλες επιτυχίες «Αν θυμηθείς τ' ονειρό μου», «Χάρτινο το Φεγγαράκι». Δεν μπορεί να μην έχετε ακουσει αυτά τα τραγούδια; >> ....είπε δυνατά απλώνοντας τρο χέρι του μπροστά να του δείξει μια φωτογραφία του ποιητή που είχε πάντα στην τσέπη του...<<Χα άνθρωπέ μου ποιός δεν ξέρει αυτά τα τραγούδια; Αλλά τι με ενδιαφέρει ποιός τα συνέθεσε αφού υπάρχουν...και τα ακούω...>>. Το βλέμμα του ήταν τόσο σίγουρο για τα λεγόμενά του που με υπερηφάνεια γύριζε τους οφθαλμούς προς τα πίσω για να το επιδείξει στον πελάτη του... << -Ναι αλλά σκεφτείτε απ' την άλλη ότι εάν εκείνος ο άνθρωπος δεν υπήρχε δε θα τα απολαμβάνατε αυτά τώρα.. Έτσι δεν χρειάζεται λιγάκι να γνωρίζουμε αυτόν τον άνθρωπο που μας ευχαριστούν οι στίχοι του;>>
<<-Και τι μου λέτε να γνωρίζω τον κάθε στιχουργό των τραγουδιών που ακούω; Αυτό πρακτικά δε γίνεται..>>
<<- Δηλαδή είναι σαν να μου λέτε ότι εμένα δε θα ήθελα να με γνωρίζουν οι συμπατριώτες μου για τη δουλειά μου αφού αποτελώ μέρος πολλών.... Όλοι μας μέσα μας έχουμε ανάγκη την αναγνωρισιμότητα δε συμφωνείτε;>>
<<-Εε >> η διστακτική φωνή του προκάλεσε ένα φυσικό χαμόγελο στο πίσω κάθισμα που κατάλαβε ότι ήταν αρκετό για να δείξει ότι συμμφωνούσε..
<<Αυτός ο άνθρωπος είναι από τους καλύτερους στιχουργούς και ποιητές που έχουν περάσει ποτέ από την ελληνική πραγματικότητα και οφείλουμε τουλάχιστον να τον γνωρίζουμε για να μην πω ότι ο σεβασμός προς εκείνον πρέπει να θεωρείται δεδομένος και η μνήμη του αιώνια...>>
Ο άντρας συνέχισε μονολογικά να μιλά για τον άνθρωπο εκείνο καθ όλη τη διάρκεια της διαδρομής... <<Φτάσαμε>> ήταν η μόνη λέξη που είπε ο ταξιτζής μόλις αναγνώρισε τον προορισμό του άντρα να απλώνεται μπροστά του <<Είναι 6 ευρώ>>... Τα λεφτά μέσα στο πορτοφόλι αγκιστρώθηκαν από το χέρι του άντρα το ραδιόφωνο έπαιζε αφιέρωμα στον ποιητή, εκείνο το τραγούδι του, λεγόμενο <<Αθανασία>>. Η κίνηση του άντρα με τα λεφτά κέρωσε, μόλις αποδείχτηκε η ερμηνεία εκείνου του παράξενου ονείρου, το ύφος του αγαλλίασε και αφού παρέδωσε τα χρήματα το πόδι του όδευε στο πεζοδρόμιο...<<- Ε να σε ρωτήσω κάτι; >> φώναξε από το αμάξι ο οδηγός << -Μάλιστα ότι θέλετε>>.... <<-Πώς τον είπες τον ποιητή αυτό και στιχουργό; >>
<< -Νίκος Γκάτσος>> του αποκρίθηκε
<< -Θα το θυμάμαι>> είπε κινόντας το κεφάλι του για να κοιτάξει κατάματα τον άντρα και χαμογέλασε << Καλή σου μέρα>> Εκείνη την στιγμή το ραδιόφωνο αντιλαλούσε το τραγούδι της ανατολής ένα τραγούδι ύμνος και συγκεκριμένα φώναζε υπερήφανα <<νικημένο μου ξεφτέρι δεν αλλάζουν οι καιροί...»Ο άντρας έκλεισε την πόρτα κι απομακρύνθηκε μα το στόμα του ακόμα εκείνους τους στίχους σιγοψιθύριζε....
1 σχόλια:
υπεροχοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοοο..μπραβο κουκλα μου..η Αθηνά ειμαι..
Δημοσίευση σχολίου